24 Νοε 2014

Το μυθιστόρημα των τεσσάρων: το κοινό μυθιστόρημα των Βενέζη, Καραγάτση, Μυριβήλη και Τερζάκη

Το μυθιστόρημα των τεσσάρων / Ηλίας Βενέζης, Μ. Καραγάτσης, Στρατής Μυριβήλης, Άγγελος Τερζάκης. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας: 1999, 12η  εκδ.

Τον Φεβρουάριο του 1958 η εφημερίδα «Ακρόπολις» αποφάσισε να κάνει ένα πρωτότυπο λογοτεχνικό πείραμα.  Απευθύνθηκε σε τέσσερεις από τους κορυφαίους λογοτέχνες της εποχής (Ηλίας Βενέζης (1904-1973), Μ. Καραγάτσης (1908-1960), Στρατής Μυριβήλης (1892-1969), Άγγελος Τερζάκης (1907-1979) και τους πρότεινε να γράψουν μαζί ένα μυθιστόρημα το οποίο θα δημοσιευόταν σε συνέχειες από την εφημερίδα.
Οι τέσσερεις συγγραφείς ήταν στην αρχή επιφυλακτικοί, πείστηκαν όμως να συμμετέχουν στην προσπάθεια της εφημερίδας. Εμπνευστής της ιδέας ο οποίος επέλεξε τους συγγραφείς και ανάλαβε να τους πείσει να συμμετέχουν ήταν ο επίσης συγγραφέας και δημοσιογράφος Γιάννης Μαρής (1916-1979).
Οι κανόνες του παιχνιδιού, όπως δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα ήταν οι εξής: «Καθένας από τους τέσσαρες συγγραφείς θα γράφη επί μίαν εβδομάδα "Το μυθιστόρημα των 4" και θα αφήνη να συνεχίζη ο επόμενος. Αλλά μεταξύ των συγγραφέων δεν θα υπάρχη προσυνεννόησις διά την πλοκήν του έργου. Ο καθένας θα το σταματά και θα το συνεχίζη κατά την κρίσιν και την φαντασίαν του. Είνε, λοιπόν, πραγματική λογοτεχνική σκυταλοδρομία».


Η σειρά με την οποία θα έγραφαν αποφασίστηκε μετά από κλήρωση. Έτσι, πρώτος πήρε τη σκυτάλη ο Στρατής Μυριβήλης (Κυριακή 2 Μαρτίου 1958), συνέχισε ο Μ. Καραγάτσης, ο Άγγελος Τερζάκης και τελευταίος ο Ηλίας Βενέζης. Ακολούθησε δεύτερος κύκλος με την ίδια σειρά και το μυθιστόρημα ολοκληρώθηκε σε 8 βδομάδες, στις 26 Απριλίου 1958.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν ένα αστυνομικό μυθιστόρημα (κάτι το οποίο θα πρέπει να ικανοποίησε τον εμπνευστή του εγχειρήματος και γνωστό για τα αστυνομικά του μυθιστορήματα, Γιάννη Μαρή).  Το μυθιστόρημα περιείχε επίσης μυστήριο, δράση, αγωνία, έρωτες, εγκλήματα και έρευνες για την εξιχνίασή τους.

Πέρα από το ενδιαφέρον που παρουσιάζει η ίδια η ιστορία, μεταφέροντας μας στο κλίμα, τα ήθη και τις συνήθειες της εποχής που γράφτηκε (αλλά και ακόμα πιο πίσω με τις αναδρομές στο παρελθόν και ιδιαίτερα στην περίοδο της κατοχής) είναι πολύ ενδιαφέρον και ο τρόπος με τον οποίο ο κάθε συγγραφέας αντιμετωπίζει την ιστορία, παραλαμβάνει τα στοιχεία που βάζει ο προηγούμενος και προσπαθεί να κτίσει πάνω σε αυτά. Με μια πιο προσεκτική ανάγνωση μπορεί κάποιος να δει κάποιες παγίδες που στήνει ο ένας συγγραφέας στον επόμενο προκειμένου να τον δυσκολέψει ή να οδηγήσει την ιστορία εκεί που θέλει αυτός, αλλά και κάποιες εμμονές των συγγραφέων οι οποίοι επιδιώκουν να επιβάλουν κάποια δικά τους δεδομένα στην ιστορία (π.χ. προσέξτε την αναφορά στο όνομα της πρωταγωνίστριας: ο Μυριβήλης μας τη συστήνει ως Νενέλα. Ο Καραγάτσης την αποκαλεί μεν Νενέλα αλλά φροντίζει να της δώσει και ένα πιο ελληνικό ονοματεπώνυμο βαφτίζοντάς την Ελισάβετ Μανιάτη.  Ο Τερζάκης χρησιμοποιεί και τα δύο ονόματα (Νενέλα και Ελισάβετ). Ο Βενέζης όμως αποκηρύσσει ουσιαστικά το Νενέλα, το οποίο δεν χρησιμοποιεί καθόλου και προσπαθεί μάλιστα να επιβάλει αυτή του την απόφαση και στους υπόλοιπους συγγραφείς «Μήτε υπόγραψε το γράμμα της με το χαϊδευτικό όνομα που εκείνος την ήξερε: «Νενέλα». Της φαινόταν τώρα αυτό το Νενέλα φριχτό. Δε θα το ξαναχρησιμοποιήσει ποτέ. Αφού με τη μάθηση της Αίγινας άλλαξε η ζωή της, γινόταν πιο γνήσια, ήθελε και το όνομά της να κρατήσει γνησιότητα: Ελισάβετ.». Στο δεύτερο γύρο ο Μυριβήλης (λογοτεχνικός νονός της Νενέλας) επαναφέρει το όνομα που διάλεξε ο ίδιος και την αποκαλεί μόνο με αυτό. Ο Καραγάτσης φαίνεται να κατασταλάζει στο Ελισάβετ, ο Τερζάκης εξακολουθεί να χρησιμοποιεί και τα δύο ενώ ο Βενέζης παραμένει σταθερός στην άποψή του να μην χρησιμοποιεί καθόλου το Νενέλα και να αποκαλεί την πρωταγωνίστρια Ελισάβετ).

Ο Φίλιππος Φιλίππου στο Βήμα (17 Μαΐου 1998) επισημαίνει μια ενδιαφέρουσα κοινωνικοπολιτική πτυχή: 
“Το συλλογικό αυτό μυθιστόρημα έδωσε στους τέσσερις συγγραφείς -  ­όλοι ήταν ενταγμένοι στον κεντροδεξιό πολιτικό χώρο και είχαν συμμετάσχει σε αντιστασιακές δραστηριότητες την περίοδο της Κατοχής­ - τη δυνατότητα να εκφράσουν διάφορες σκέψεις τους σχετικές με εθνικά και κοινωνικά θέματα. Ο Μ. Καραγάτσης (1908-1960) μιλάει για τους προδότες: «Ναι, ανάμεσα στους Έλληνες υπήρχαν μερικοί προδότες, το ελάχιστο εκείνο βιολογικό κατακάθι της κάθε φυλής. Όλοι τους όμως ήταν υποκείμενα ιδιοτελή, που πρόδιναν την πατρίδα τους κινημένοι από υλικό συμφέρον». Λέει ο Ηλίας Βενέζης (1904-1973) για τους προλετάριους: «Η ζωή στο λιμάνι, τόσο πρωί, έπαιρνε με τούτο το πλήθος που φώναζε το σκληρό της νόημα, το πρώτο. Ο αγώνας για το ψωμί, τον άρτον τον επιούσιον, ήταν πάνω απ όλα θεότητα που επόπτευε την κίνηση των ανθρώπων». Σημειώνει ο Αγγελος Τερζάκης (1907-1979) για τις φιλόδοξες νεαρές: «Ο κινηματογράφος τής είχε βάλει φωτιά στο αίμα. Εκείνη μια φορά ήταν ζωή, όπως τη βλέπεις στα κοσμικά φιλμ: δεξιώσεις, γουναρικά, διαδήματα, βίλες, καζίνα, κούρσες, κότερα...». Τέλος, ο Στράτης Μυριβήλης (1892-1969) διατυπώνει την εξής άποψη για τις εθνοκτόνες συγκρούσεις: «Ο πόλεμος είναι ένα φριχτό γεγονός έξω από τη θέλησή μας. Και μια φορά που θα γίνει κινείται μέσα σε μια δική του νομοτέλεια, μέσα σε μια δική του λογική που είναι έξω από κάθε λογική, μέσα σε μια δική του δικαιοσύνη που είναι η άρνηση της κάθε δικαιοσύνης».

Το μυθιστόρημα δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ακρόπολις» και με την ολοκλήρωσή του ζητήθηκε από τους αναγνώστες της να  ψηφίσουν για τον οριστικό τίτλο. Στη διαδικασία συμμετείχαν 4208 αναγνώστες (αριθμός που δείχνει και την ανταπόκριση που είχε) και ο τίτλος που επιλέγηκε ήταν το «Μανιάτικο αίμα».
Στην ιστορία πάντως έμεινε γνωστό ως «Το μυθιστόρημα των τεσσάρων» και εκδόθηκε από την Εστία για πρώτη φορά το 1979.
Περιγραφή:


"Το μυθιστόρημα των τεσσάρων" γράφτηκε κάτω από ιδιότυπες συνθήκες οι οποίες εξηγούν την όλη δομή του, τον αποσπασματικό του χαρακτήρα, καθώς επίσης το κέφι που το διαπνέει, την επινόηση περίπλοκων καταστάσεων και μυστηρίων - όχι τόσο, υποψιάζεται κανείς, για να κινηθεί το ενδιαφέρον των αναγνωστών, όσο κυρίως για να δούμε πώς θα ξεμπλέξει από τις κακοτοπιές ο φίλος συγγραφέας που ακολουθεί. Με το πνεύμα αυτό, του παιχνιδιού και του πειραματισμού, θα' πρεπε ίσως να πλησιάσουμε κι εμείς "Το μυθιστόρημα των τεσσάρων".

Δεν υπάρχουν σχόλια: