20 Ιαν 2018

Παρουσίαση του βιβλίου Έλληνες της Κύπρου του Μάριου Μυλωνά


Μυλωνάς, Μάριος. Έλληνες της Κύπρου. Λευκωσία: [x.o.], 2017

Πρέπει εξ αρχής να ξεκαθαρίσουμε ότι το περιεχόμενο του βιβλίου δεν προέρχεται από πρωτογενή έρευνα αλλά είναι στηριγμένο σε καταγεγραμμένες μαρτυρίες και την υπάρχουσα βιβλιογραφία. Εξάλλου ο ίδιος ο συγγραφέας ποτέ δεν δήλωσε επαγγελματίας ιστορικός.

Άρα ποια είναι η ιδιαιτερότητα αυτού του βιβλίου; Το βιβλίο «Έλληνες της Κύπρου» του Μάριου Μυλωνά συσταχώνει ξεχασμένες ή άγνωστες σε πολλούς πληροφορίες, για γεγονότα και πρόσωπα που αφορούν την ιστορία των Ελλήνων της Κύπρου. Μέσα στο βιβλίο ο αναγνώστης θα βρει ενδιαφέροντα στοιχεία που αποδεικνύουν τους άρρηκτους εθνικούς δεσμούς αλλά και τους δεσμούς αίματος της Κύπρου με την μητροπολιτική Ελλάδα.

Το βιβλίο αυτό λοιπόν, είναι ένας φόρος τιμής σε αυτούς που πίστεψαν, αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την ιδέα της Ένωσης.
Συμβολική είναι και η εικόνα που επιλέγηκε για το εξώφυλλο του βιβλίου. Απεικονίζει την σημαία των Κυπρίων εθελοντών κατά την επανάσταση του 1821. Το πολεμικό αυτό λάβαρο είναι λευκό, με γαλανό μεγάλο σταυρό στη μέση. Στο πάνω μέρος υπάρχει γραμμένη η (ανορθόγραφη) ένδειξη: ΣΗΜΕΑ ΕΛΗΝΗΚΙ ΠΑΤΡΗΣ ΚΥΠΡΟΥ. Το λάβαρο των Κυπρίων ήταν στερεωμένο σε ξύλινο ιστό που έφερε στο πάνω μέρος του σταυρό σιδερένιο που κατέληγε σε λόγχη, έτσι που ο σημαιοφόρος μπορούσε να το χρησιμοποιήσει και ως όπλο.

Το βιβλίο αναφέρεται σε γεγονότα, αξιόλογες προσωπικότητες αλλά και σε απλούς Έλληνες της Κύπρου που με τον δικό τους τρόπο έχουν συνεισφέρει στους αγώνες για την επιβίωση και την εδραίωση του ελληνικού έθνους. 

Στόχος του βιβλίου είναι η εθνική αφύπνιση μέσω της  ανάδειξης ιστορικών προσώπων και γεγονότων τα οποία δεν γνωρίζει η νέα (και όχι μόνο) γενιά. Πρόκειται για ιστορικά γεγονότα που δεν περιλαμβάνονται στη διδακτέα σχολική ύλη ή δεν τους δίνεται η απαιτούμενη σημασία, ούτε και γίνεται συχνή αναφορά σε αυτά από τα συμβατικά μέσα μαζικής ενημέρωσης. Για τον λόγο αυτό έχουν αποκλειστεί από το βιβλίο μεγάλες προσωπικότητες και γεγονότα για τα οποία υπάρχουν εύκολα προσβάσιμες πληροφορίες.

Το βιβλίο καταπιάνεται με τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματιστήκαν από την εποχή που ξεκινά λίγο πριν από την επανάσταση του 1821 και τελειώνει με το τέλος του Αγώνα της ΕΟΚΑ.

Η κοινή καταγωγή, η κοινή μοίρα και τα κοινά οράματα που είχαν οι Έλληνες της Κύπρου με τους υπόλοιπους Έλληνες, τους έφερναν πάντοτε στο ίδιο χαράκωμα, πολεμώντας αυτούς που επιβουλεύονταν το έθνος και την ελευθερία του. 

Ήδη από την αρχαιότητα μέχρι και τη σύγχρονη ιστορία η Κύπρος έχει να επιδείξει τη δική της συνεισφορά σε όλους τους αγώνες του έθνους.

Ανάλογα με τις περιστάσεις και παρόλη την απόσταση από την μητροπολιτική Ελλάδα, οι Κύπριοι κατατάσσονταν στον Ελληνικό Στρατό για να πολεμήσουν όποτε το απαιτούσαν οι συνθήκες. Ο κάθε πόλεμος στον οποίο έμπαινε η Ελλάδα ήταν για τους Κύπριους ένα κάλεσμα αφού,  μέσα από την απελευθέρωση ελληνικών εδαφών,  ευελπιστούσαν στην απελευθέρωση και της Κύπρου που θα οδηγούσε ακολούθως στην πολυπόθητη ένωση με τον μητρικό κορμό.

Αντικειμενικές δυσκολίες υπήρχαν πάντοτε αφού εκτός από τη γεωγραφική απόσταση η Κύπρος ήταν πάντα υπό ξένη κυριαρχία κάτι που  εμπόδιζε τους Κύπριους να δρουν ελεύθερα και να συμμετέχουν όπως αυτοί θα ήθελαν στους εθνικούς αγώνες.

Όμως, παρά την απόσταση και τα φτωχά οικονομικά μέσα που διέθεταν οι Κύπριοι, τις απαγορεύσεις των κατακτητών για συμπαράσταση προς την Ελλάδα, η ανταπόκρισή τους ήταν πάντοτε θετική. Είτε με οικονομική βοήθεια και αποστολή πρώτων υλών από το υστέρημά τους, είτε με στρατιωτική βοήθεια εθελοντών, η Κύπρος ήταν πάντοτε παρούσα στους αγώνες του έθνους.

Σε αυτό το βιβλίο γίνεται αναφορά στη διαχρονική πάλη των Ελλήνων της Κύπρου για επιβίωση στον τόπο που γεννήθηκαν καθώς και στη συνεισφορά τους για την ελευθερία άλλων ελληνικών εδαφών. Η συμβολή των Κυπρίων στους αγώνες του έθνους γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρουσα και σημαντική αν αναλογιστεί κανείς ότι οι Έλληνες της Κύπρου, σκλαβωμένοι και οι ίδιοι, πολεμούσαν σε πολλές περιπτώσεις για την απελευθέρωση των Ελλήνων αδερφών τους που κατοικούσαν σε άλλες περιοχές της Ελλάδας.

Ενδεικτικές της διαχρονικότητας του αγώνα και της συνεισφοράς των Ελλήνων της Κύπρου είναι εκείνες οι περιπτώσεις όπου καταγράφονται παππούδες, πατεράδες και υιοί, δηλαδή μια ολόκληρη οικογένεια στην οποία το εθνικό «πρόσταγμα» κληροδοτείτο από γενιά σε γενιά.

Το βιβλίο ξεκινά με αναφορά στον Ιωάννη Καρατζά, τον Κύπριο σύντροφο του Ρήγα Φεραίου Βελεστινλή. Ο Καρατζάς μαζί με τον Ρήγα και άλλους 6 συντρόφους τους εκτελέστηκαν το 1798 από τους Τούρκους εξαιτίας της επαναστατικής τους δράσης αφού είχαν ως ξεκάθαρο στόχο την απελευθέρωση των Ελλήνων από τους Τούρκους και τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η καταγωγή των 8 επαναστατών που εκτελέσθηκαν , από πέντε διαφορετικές περιοχές του τουρκοκρατούμενου ελληνισμού (Θεσσαλία, Χίος, Ήπειρος, Μακεδονία, Κύπρος) δείχνει την ενότητα και την ενιαία συναίσθηση που υπήρχε για τον ελληνισμό από την εποχή εκείνη, πριν ακόμα τη δημιουργία Ελληνικού Κράτους. 

Στη συνέχεια το βιβλίο ακολουθεί την ιστορική πορεία της σύστασης της Φιλικής Εταιρείας η οποία ιδρύθηκε για να ετοιμάσει την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και περιγράφει την εμπλοκή Κυπρίων σε αυτή.

Γίνεται επίσης αναφορά στα γεγονότα της 9ης Ιουλίου 1821 και των σφαγών που ακολούθησαν στην τουρκοκρατούμενη Κύπρο αλλά και στον Κύπριο  επίσκοπο Νικομηδίας Αθανάσιο Καρύδη ο οποίος εκτελέστηκε στην Κωνσταντινούπολη με την κατηγορία ότι άνηκε στη Φιλική Εταιρεία.

Πολλοί από τους Κύπριους που διέφυγαν των σφαγών της 9ης Ιουλίου αλλά και άλλοι εθελοντές που κατάφεραν να φτάσουν στην Ελλάδα συμμετείχαν στην Ελληνική Επανάσταση. Τα ονόματα όσων καταφέραμε να εντοπίσουμε παρατίθενται σε αυτό το βιβλίο μαζί με πολύτιμες πληροφορίες για τη δράση τους.

Δηλαδή εδώ έχουμε Κύπριους που διέφυγαν από την τουρκοκρατούμενη Κύπρο για να πάνε να πολεμήσουν για την απελευθέρωση της Ελλάδας.

Ειδικό υποκεφάλαιο υπάρχει για τις αποτυχημένες προσπάθειες που έγιναν για επέκταση της Ελληνικής Επανάστασης στην Κύπρο αλλά και για συγκεκριμένες – καθοριστικές  μάχες στις οποίες έλαβαν μέρος Κύπριοι όπως για παράδειγμα στην άλωση της Τριπολιτσάς, και την έξοδο του Μεσολογγίου. Ειδική μνεία γίνεται και τον Ιωάννη Καποδίστρια ο οποίος είχε κυπριακή καταγωγή (από τη μεριά της μητέρας του).

Για τον σπουδαίο κύπριο συνταγματολόγο Νικόλαο Σαρίπολο ο οποίος εμβολίασε με τις νομικές του γνώσεις τα συντάγματα του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, αφιερώνεται ειδικό κεφάλαιο.

Στις Κρητικές Επαναστάσεις που ξέσπασαν (η πρώτη το 1866-1869 και η δεύτερη το 1895-1898) με στόχο την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα βρέθηκαν Κύπριοι εθελοντές οι οποίοι ταυτίζονταν με τον πόθο των Κρητικών και ευελπιστούσαν ότι μετά την Κρήτη θα ερχόταν και η σειρά της Κύπρου να ενωθεί με τον εθνικό κορμό.

Κατά την πρώτη Κρητική επανάσταση (αυτή του 1866-1869) η Κύπρος, όπως και η Κρήτη βρίσκονταν κάτω από Οθωμανική κατοχή. Παρ΄όλ΄αυτά βλέπουμε και πάλι Κύπριους εθελοντές (υπολογίζεται ότι ήταν πάνω από 400) να μεταβαίνουν στην Κρήτη, μυστικά από τους Τούρκους κατακτητές για να συμμετάσχουν στην επανάσταση. Μυστικά έγινε στην Κύπρο και ο εθνικός έρανος υπέρ του αγώνα των Κρητών για την ελευθερία. Ξεχωρίζει η εισφορά 4.000 τουρκικών γροσιών, μέσω διαθήκης, του Κύπριου μοναχού (στο όρος Σινά) Γρηγόριου Παπαδόπουλου: «εις τους Κρητικούς που επολεμούσαν, δια να έχουν να εξοδεύουν».

Η Κρητική επανάσταση του 1878 βρήκε την Κύπρο υπό Βρετανική κυριαρχία με τους Άγγλους να απαγορεύουν αυστηρώς την ανάμοιξη των Κυπρίων στον Κρητικό αγώνα. Διάταγμα τους προνοούσε ποινές προστίμου και φυλάκισης σε όσους προσπαθούσαν να οργανώσουν αποστολές εθελοντών στην Κρήτη και σε όσους συμμετείχαν σε αυτές. Πολύ λίγοι ήταν αυτοί που κατάφεραν να φύγουν από την Κύπρο και να πάνε στην Κρήτη πριν από τη θέσπιση του νόμου περί ουδετερότητας. Στην Ελλάδα πάντως συγκροτήθηκε Εθελοντική Φοιτητική Φάλαγγα στην οποία συμμετείχαν τουλάχιστον 8 κύπριοι φοιτητές που σπούδαζαν στην Αθήνα.

Αναφερόμενος στον Κύπριο φοιτητή Βίκτορα Σκυριανίδη, που πολέμησε και τραυματίστηκε στην Κρήτη έγραφε η εφημερίδα Σάλπιγξ στις 4 Οκτωβρίου 1896: «Ναι, έπρεπε, ήταν ανάγκη ανάμεσα στα διαλεχτά παλικάρια π’ απ’ όλα τα ελληνικά μέρη έτρεξαν με εθθουσιασμό στης Κρήτης τα αιματοβαμμένα βουνά για να χτυπήσουν τους φονιάδες του Χαμίμη, έπρεπε να βρεθεί κ΄ένας λεβέντης Κύπριος, π΄ αντιπροσωπεύοντας αυτός μόνος ολάκερο το νησί μας να κδικηθή για όλα τα βάσανα και τις πίκρες, που μας πότιζαν για τρακόσια χρόνια».

Ονομαστικός κατάλογος με τους Κύπριους εθελοντές και των δύο Κρητικών επαναστάσεων υπάρχει στο βιβλίο.

Στον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 που ακολούθησε, οι Έλληνες της Κύπρου έκαναν και πάλι έντονη την παρουσία τους.

Το σύνολο των κυπρίων εθελοντών ξεπέρασε τους 1.000 άντρες και ήταν το πολυπληθέστερο σώμα από αυτά που εκπροσώπησαν τις αλύτρωτες πατρίδες της εποχής στον πόλεμο. Σύμφωνα με πληροφορίες μεταξύ των εθελοντών που έφυγαν σε δύο κυρίως αποστολές από την Κύπρο, ήταν και 15 μαθητές του Παγκυπρίου Γυμνασίου Λευκωσίας καθώς και 12 μοναχοί και δόκιμοι της Μονής Κύκκου.

Οι κύπριοι εθελοντές έτυχαν ενθουσιώδους υποδοχής από τον λαό της Αθήνας. Παρέλασαν μάλιστα από το λιμάνι του Πειραιά μέχρι την πλατεία Ομόνοιας μέσα σε επευφημίες και χειροκροτήματα από χιλιάδες κόσμου. 

Στις 27 Μαρτίου 1897 ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Σωφρόνιος απέστειλε 555 εθελοντές υπό τον έφεδρο υπολοχαγό Νέαρχο Φυσεντζίδη μαζί με ένα τηλεγράφημα προς το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών με το παρακάτω μήνυμα: «Παρακαλούμε παραλάβετε, κατατάξητε όπως μη η Κύπρος μείνει αμέτοχος είς θυσίαν αίματος».

Χάρη στην έρευνα του καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, Πέτρου Παπαπολυβίου γνωρίζουμε ονομαστικά για κάποιους Κύπριους εθελοντές που έλαβαν μερος στον Μακεδονικό Αγώνα 1904-1908. Κάποιες πληροφορίες μάλιστα φέρουν Κύπριους να εισέρχονται από την αρχή του αγώνα μυστικά στη Μακεδονία στο πλευρό του ήρωα Παύλου ΜελάΙδιαίτερα μετά τον θάνατο του Παύλου Μελά εμφανίστηκε και στην Κύπρο μία τάση για ένταξη εθελοντών στα ένοπλα σώματα της Μακεδονίας.

Γράφει χαρακτηριστικά ο πρόξενος της Ελλάδας στην Κύπρο Ιωάννης Καλούτσης στις 20.11.1906 απευθυνόμενος προς το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών:
«…Πολλοί Κύπριοι εκ πατριωτικών αισθημάτων ωθούμενοι, συχνάκις προσέρχονται εις το Προξενείο ερωτώντες αν είναι δεκτοί  εθελονταί δια τα μακεδονικά σώματα, όπως εν τοιαύτη περιπτώσει προσέλθη ικανός αριθμός εκ Κύπρου. Μη γιγνώσκων τι να απαντήσω προς αυτούς, παρακαλώ όπως με εφοδιάσετε δια των αναγκαίων οδηγιών προς περαιτέρω ενέργειαν…». 

Η επίσημη Ελληνική κυβέρνηση ήταν σε πολύ δύσκολη θέση στο τι θα απαντούσε στους Κύπριους που ζητούσαν να πολεμήσουν ως εθελοντές αφού δεν είχε ποτέ κυρήξει επίσημα πόλεμο. Ο πόλεμος διεξαγόταν από αυτόνομες αντάρτηκες ομάδες τις οποίες καθοδηγούσαν καπετάνιοι.

Διασημότερος των Κυπρίων Μακεδονομάχων είναι ο Παφίτης Γεώργιος Αργυρού Κυπραίος ο οποίος εισήλθε κρυφά στη Μακεδονία τον Ιούνιο του 1907 με την ομάδα του Εμμανουήλ Κατσίγαρη (καπετάν Καραμανώλη) και ανέλαβαν δράση ανατολικά της πόλης του Μοναστηρίου (σημερινά Σκόπια), όπου τότε κατοικούσε ακμαίος ελληνικός πληθυσμός. Ο Αργυρού έλαβε μέρος σε πολλές μάχες εναντίον των Βούλγαρων κομιτατζήδων και του Τουρκικού Στρατού. Κατά τη διάρκεια μιας μάχης μάλιστα ο Αργυρού χρίστηκε ομαδάρχης. Τραυματίστηκε σοβαρά και μεταφέρθηκε κρυφά για περίθαλψη στη πόλη του Μοναστηρίου. Παρέμεινε για 5 βδομάδες νοσηλευόμενος υπό τη φροντίδα του Ελληνικού Προξενείου. Αργότερα εντάχθηκε, μαζί με 4 άντρες του στο σώμα του Παναγιώτη Γερογιάννη και λίγο μετά σε αυτό του Γεώργιου Βολάνη.

Λόγω της γλωσσομάθειάς του (ο Αργυρού μιλούσε τουρκικά, αγγλικά και βουλγάρικα) ανέλαβε ειδικές αποστολές ενώ λάμβανε μέρος και στις ανακρίσεις των αιχμαλώτων.

Αρκετούς από τους Κύπριους εθελοντές που συμμετείχαν στον ατυχή πόλεμο του 1897 αλλά και στον Μακεδονικό Αγώνα, τους βλέπουμε να επιστρέφουν στο Μακεδονικό Μέτωπο και στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913 με στόχο να ολοκληρώσουν τον αγώνα τους καταφέρνοντας αυτή τη φορά να απελευθερώσουν την Μακεδονία και τη Θράκη επεκτήνοντας τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Κύπριου Σάββα Τσερκέζη ο οποίος πολέμησε στον πόλεμο του 1897 και το 1912 σε ηλικεία 38 ετών επέστρεψε στο ίδιο μέτωπο, από την Αμερική όπου βρισκόταν, ως εθελοντής. Λόγω της ηλικείας του, του προτάθηκε να παραμείνει στα μετόπισθεν και να μην πάει στην πρώτη γραμμή. Ο ίδιος όμως απάντησε: «..δεν ήλθον από δέκα χιλιάδες μίλια να φυλάττω τας Αθήνας, αφού αισθάνομαι ότι έχω αρκετάς δυνάμεις όπως υποστώ τας κακουχίας, οιαιδήποτε και αν είναι εκείναι τα οποίας υφίσταται εις μάχημος στρατιώτης. Άλλωστε, θέλω να βγάλω και ολίγην από μούτζαν του 97».

Εμβληματική μορφή των Βαλκανικών Πολέμων είναι ο Κύπριος ήρωας Χριτόδουλος Σώζος ο οποίος, ενώ ήταν εν ενεργεία Δήμαρχος Λεμεσού, κατατάγηκε εθελοντής και ως απλός στρατιώτης μετέβηκε στο μέτωπο απορίπτοντας πρόταση του Βενιζέλου να υπηρετήσει σε κάποιο επιτελικό γραφείο στην Αθήνα. Ο Χριστόδουλος Σώζος σκοτώθηκε από τουρκικό βόλι στη μάχη του Μπιζάνιου στις 6 Δεκεμβρίου 1912. Η πόλη των Ιωαννίνων σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη θυσία του στην απελευθέρωση της, έδωσε το όνομα του σε δρόμο της ενώ έστησε και προτομή του στις όχθες της ιστορικής λίμνης της και πλάι στην προτομή του επίσης Κύπριου φοιτητή Μιχαήλ Στηβαρού που σκωτώθηκε κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους.

Μετά την επίσημη ένταξη της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων, πολλοί Κύπριοι κατατάγηκαν στον Βρετανικό Στρατό αφού έτσι πολεμούσαν τον κοινό εχθρό του έθνους, τους Γερμανούς.

Κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία 1919-1922, παρά το γεγονός ότι οι Βρετανικές αρχές απαγόρευσαν την έξοδό εθελοντών από το νησί, πολλοί ήταν αυτοί που βρήκαν τον τρόπο και κατάφεραν να καταταγούν στον Ελληνικό Στρατό. Σύμφωνα με τις πηγές  καταγράφονται 145 Κύπριοι αξιωματικοί και οπλίτες που κατάφεραν να εντοπιστούν και έλαβαν μέρος στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Από αυτούς 29 είναι αξιωματικοί (ένας νεκρός και 7 τραυματίες) και 116 οπλίτες (27 νεκροί, 17 τραυματίες και ένας αγνοούμενος). Θρυλική υπήρξε η παρουσία του Κύπριου αξιωματικού του Ιππικού Ιωάννη Τσαγκαρίδη στο μέτωπο της Μικράς Ασίας. Σύμφωνα με μαρτυρίες από το μέτωπο όταν ο Τσαγγαρίδης με τους άντρες του επιτιθόταν οι τούρκοι υποχωρούσαν πανικόβλητοι φωνάζοντας «Τσαγγαρίδη μπίμπαση κελίορ» (Έρχεται ο ταγματάρχης Τσαγγαρίδης). Να σημειωθεί ότι κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία, έλαβε το βάπτισμα του πυρός και ο νεαρός τότε ανθυπολοχαγός πεζικού Γεώργιος Γρίβας (ο μετέπειτα αρχηγός της ΕΟΚΑ, Διγενής).

Στα Οκτωβριανά του 1930 υπάρχει ειδική αναφορά στο βιβλίο περιγράφοντας με λεπτομέρια τα γεγονότα, τη δολοφονία του μαθητή Ονούφριου Κληρίδη και τις εξορίες που ακολούησαν.

Η συμμετοχή των Κυπρίων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κατά την Ιταλική επίθεση αλλά και κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής είναι ένα άλλο κεφάλαιο του βιβλίου. Ειδική αναφορά γίνεται στην αντιστασιακή Οργάνωση Χ του Γεώργιου Γρίβα παρέχοντας πολίτυμα στοιχεία για τη δράση της. Αναφορά γίνεται  και στον Κύπριο Μαραθωνοδρόμο Στέλιο Κυριακίδη που αγωνίστηκε στον στίβο για τον πεινασμένο και καταβεβλιμένο από τις κακουχίες της κατοχής ελληνικό λαό.

Το ενωτικό δημοψήφισμα του 1950, έχει επίσης το δικό του κεφάλαιο στο βιβλίο.

Τέλος, μεγάλο μέρος του βιβλίου είναι αφιερωμένο στον Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959. Στο κεφάλαιο αυτό ο αναγωνώστης μπορεί να διαβάσει για τις ζυμώσεις που έγιναν και οδήγησαν στην ίδρυση της ΕΟΚΑ, την προπαρασκευή του Αγώνα, ειδικά υποκεφάλαια για το ρόλο της γυναίκας, της νεολάιας, των Ελλαδιτών αλλά και των τουρκοκυπρίων στον Αγώνα.

Επιτρέψτε μου να σταθώ λίγο στο ρόλο των Ελλαδιτών στον Αγώνα της ΕΟΚΑ στον οποίο θεωρώ ότι δεν δίνεται η δέουσα σημασία. Στην Κύπρο επιλέχτηκε να διεξαχθεί συγκεκριμένης μορφής αγωάνας. Ανταρτοπόλεμος με συμμετοχή ντόπιων οι οποίοι εφόσον δεν ήταν σεσιμασμένοι και επικυρηγμένοι θα μπορούσαν να επιστρέφουν στα σπιτια και την καθημερινότητά τους. Σκόπιμα δεν επιλέγηκε ανοικτή αντιπαράθεση με τα βρετανικά στρατεύματα και συμμετοχή πλήθους στρατιωτών, η οποία δεν θα είχε καμία τύχη απέναντι στα ισχυρά και υπερσύγχρονα για την εποχή Βρετανικά στρατεύματα. Έτσι, δεν ζητήθηκε και δεν επιδιόχθηκε η συνεισφορά Ελλαδιτών στον ένοπλο αγώνα.
Εξάλλου ο Αγώνας της ΕΟΚΑ έφερε σε πολύ δύσκολή θέση την επίσημη Ελληνική Κυβέρνηση που είχε σαν κλυριους συμμάχους της τους Βρετανούς.
Παρ΄όλ΄αυτά δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στη συμπαράσταση του Ελληνικού λαού στον αγώνα, στις μαχητικές διαδηλώσεις υπέρ της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα οι οποίες είχαν και νεκρούς (στη διαδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα για τον επικείμενο απαγχονισμό των Μιχάλη Καραολή και Ανδρέα Δημητρίου είχαμε 4 Ελλαδίτες διαδηλωτές νεκρούς).

Μπορεί λοιπόν το επίσημο Ελληνικό Κράτος να μην ενεπλάκη στον Αγώνα της ΕΟΚΑ, ο απλός λαός της Ελλάδος όμως υποστήριζε με σθένος τον Αγώνα. Κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει τη σημαντική βοήθεια που προσέφεραν συγκεκριμένα πρόσωπα, Ελλαδίτες με δική τους πρωτοβουλία. Σημαντική ήταν η στήριξη του τότε αρχηγού του Ελληνικού Γενικού Επιτελείου Στρατού-ΓΕΣ Γεώργιου Κοσμά αλλά και του αρχιεπίσκοπου Αθηνών Σπυρίδωνα στη σύλληψη της ιδέας για έναρξη απελευθερωτικού Αγώνα στην Κύπρο καθώς και την προπαρασκευή του.

Οι Κρητικοί Μανώλης και Γιάννης Μπαντουβάς εκπαίδευσαν αντάρτες οι οποίοι στελέχωσαν την ΕΟΚΑ ως μαχητές.

Το πλήρωμα που μετέφερε τον Γρίβα κρυφά στην Κύπρο αλλά και τον οπλισμό με τον οποίο ξεκίνησε ο Αγώνας ήταν όλοι Ελλαδίτες με καπετάνιο τον Ευάγγελο Λουκά (Κουταλιανό) από το νησί της Σαλαμίνας ο οποίος μάλιστα συνελήφθη και φυλακίστηκε από τους Βρετανούς.

Η σχέση της ΕΟΚΑ με την Ιρλανδική οργάνωση IRA, λεπτομέριες για τα βασανιστήρια που έκαναν οι Βρετανοί στους αγωνιστές και ο ρόλος των προδοτών στον Αγώνα είναι επίσης θέματα που αγγίζονται στο συγκεκριμένο κεφάλαιο. Η σχέση συγκεκριμώνων αθλητικών σωματείων με τον Αγώνα καθώς και άλλες άγνωστες ιστορίες της εποχής περιλαμβάνονται επίσης στο βιβλίο.

Θα μου επιτρέψετε να διαβάσω το απόσπασμα που αφορά τον ΑΠΟΕΛ:
Ο Αθλητικός Ποδοσφαιρικός Όμιλος Ελλήνων Λευκωσίας ιδρύθηκε το 1926 και συμμετείχε ενεργά σε όλους τους αγώνες του έθνους. Ήδη από τα Οκτωβριανά του 1931 είχε νεκρό ποδοσφαιριστή του, τον Ονούφριο Κληρίδη Κατά την περίοδο του Αγώνα της ΕΟΚΑ αρκετοί παράγοντες, αθλητές, μέλη και φίλαθλοι του ΑΠΟΕΛ εντάχθηκαν στις δυνάμεις της ΕΟΚΑ και με ενθουσιασμό και πατριωτισμό πολέμησαν τους Άγγλους αποικιοκράτες ενώ μερικοί θυσίασαν και αυτή ακόμη τη ζωή τους.  Ο πρώτος απαγχονισθείς ήρωας της ΕΟΚΑ, ο Μιχαλάκης Καραολής ήταν αθλητής στίβου του ΑΠΟΕΛ, ενώ ο Χαράλαμπος Μούσκος που έπεσε μαχόμενος κατά των Άγγλων, σε ενέδρα στη περιοχή Σόλων ήταν αγνός φίλαθλος του Σωματείου.
 Αίσθηση προκάλεσε το γεγονός πως ο ΑΠΟΕΛ, δευτεραθλητής της ποδοσφαιρικής περιόδου 1955-1956, τερμάτισε τελευταίος τον επόμενο  χρόνο. Αιτία ήταν το γεγονός πως πολλοί από τους ποδοσφαιριστές του εντάχθηκαν στην ΕΟΚΑ και πέρασαν αρκετό καιρό στα κρατητήρια. Συγκεκριμένα, από τους έντεκα βασικούς παίκτες της ομάδας, οι οκτώ βρέθηκαν στα κρατητήρια, με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση αυτή του τερματοφύλακα Κόκου Αλωνεύτη (υπεύθυνος της ΕΟΚΑ στον Στρόβολο) που έμεινε πάνω από έναν χρόνο υπό κράτηση.  Η περιγραφή του παλαίμαχου ποδοσφαιριστή του ΑΠΟΕΛ Χαράλαμπου Λόττα είναι ενδεικτική:
«Ένα βράδυ του ’57 ήμουν σε ενέδρα. Θα περνούσε στρατιωτικό όχημα στις 6:00 π.μ. και περιμέναμε όλο το βράδυ, ξάγρυπνοι, για να ρίξουμε χειροβομβίδα. Το όχημα δεν πέρασε. Στις 10:00 π.μ. ήμουν στο οίκημα του ΑΠΟΕΛ, για να πάμε στο Βαρώσι να παίξουμε με την Ανόρθωση. Φάγαμε τέσσερα γκολ, δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου. Με ρώτησε ο Ταλιανός αν ήμουν καλά και απάντησα καταφατικά. Τι να έλεγα, ότι ήμουν ενέδρα;».
Τότε οι αγωνιστές δεν μιλούσαν σε κανέναν. Ούτε καν στους ίδιους τους συμπαίκτες τους.
Το οίκημα του ΑΠΟΕΛ ερευνήθηκε από τους Βρετανούς και κατά την έρευνα χάθηκε μέρος του αρχείου του Συλλόγου. Ο τότε πρόεδρος του ΑΠΟΕΛ, Ευθύβουλος Ανθούλλης και ο τότε γενικός γραμματέας Τίτος Φάνος συνελήφθηκαν και κλείστηκαν στα κρατητήρια για τη δράση τους στην ΕΟΚΑ.
Αισθητή επίσης ήταν η συμμετοχή του ΑΠΟΕΛ και στον διακοινοτικό αγώνα του 1963. Το οίκημα του, που βρισκόταν στην οδό Λεωνίδου, μετατράπηκε σε πραγματικό οπλοστάσιο και ορμητήριο του Αγώνα. Πολλά μέλη του ΑΠΟΕΛ έδωσαν τη ζωή τους στην πρώτη γραμμή κατά των Τούρκων. Έτσι ένας άλλος κατάλογος ηρώων προστέθηκε στο ηρώο του ΑΠΟΕΛ: Αντώνης Ιωάννου, Λεύκος Αναστασιάδης, Φίλιππος Χατζηγεωργίου, Γιαννάκης Αεροπόρος, Ευάγγελος Πάυλου, Κωστάκης Πατσαλίδης είναι μερικά από τα ονόματα των μελών του ΑΠΟΕΛ που θυσίασαν τη ζωή τους αγωνιζόμενοι κατά των Τούρκων.

Ο φόρος αίματος του ΑΠΟΕΛ για την πατρίδα συνεχίστηκε και αργότερα, κατά την τουρκική εισβολή του 1974 αφού ο υποστράτηγος Τάσος Μάρκου, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ΑΠΟΕΛ και έφορος ποδοσφαίρου, υπερασπίστηκε σαν λιοντάρι την πατρική γη στη μάχη της Μιας Μηλίας όπου και θυσιάστηκε ηρωικά. Επίσης ο  καλαθοσφαιριστής Γιαννάκης Μαύρος (αδελφός του δημοσιογράφου Λάζαρου Μαύρου) έπεσε στο πεδίο της μάχης, ενώ ο πρωταθλητής στην επιτραπέζια αντισφαίριση, Μιχαλάκης Ζαμπάς και ανθυπίλαρχος των τεθωρακισμένων, που θεωρείτο αγνοούμενος από το 1974, αναγνωρίσθηκε το 2001 με τη μέθοδο του DNA και κηδεύτηκε με τιμές ήρωα, τον Ιούνιο του 2001.

Θα κλείσω την παρουσίαση επισημένοντας δύο περιπτώσεις που προκύπτουν μέσα από τις περιγραφές του βιβλίου και οι οποίες αναδυκνύουν τη διαχρονικότητα των πόθων των Κυπρίων καθώς και την ελληνικότητά τους:
Ο Χριστόδουλος Σώζος, ο ήρωας του Α’ Βαλκανικού Πολέμου στον οποίο αναφερθήκαμε πιο πάνω, δεν βρέθηκε τυχαία στο μέτωπο. Βρέθηκε μετά από δική του επιλογή εφού είχε γαλουχηθεί γενεά προς γενεά με τα ελληνικά ιδεώδη. Ήταν γιος του Σώζου Λοϊζου, ο οποίος πολέμησε ως εθελοντής στην Κρήτη το 1866 και εγγονός του Αντώνη Ιακώβου Λοϊζου που πολέμησε το 1821 κάτω από τις διαταγές του Φαβιέρου.

Ο μετέπειτα αρχηγός της ΕΟΚΑ, που έγινε γνωστός και ως Διγενής γεννήθηκε το 1898 στο χωριό Τρίκωμο της επαρχίας Αμμοχώστου. Η μοίρα του συνδέθηκε από πολύ νωρίς με τους αγώνες του έθνους για ελευθερία. Το όνομά του «Γεώργιος» το πήρε από το όνομα του θείου του, αδερφού της μητέρας του που έπεσε μαχόμενος στην Κρητική Επανάσταση του 1895-1898. Στην αρχή υπογραφόταν Θεοδώρου από το όνομα του πατέρα του (Θεόδωρος), μια τακτική που ακολουθούσαν στην Κύπρο από τον καιρό της τουρκοκρατίας προκειμένου να χάνονται τα επίθετα για να μην δίνεται αφορμή στους Τούρκους να στοχοποιούν τους απογόνους για ενέργειες και δράσεις των προγόνων τους. Όταν ο Γεώργιος πήγε σχολείο, ο εξ Ελλάδος καθηγητής του τους εξήγησε ότι δεν είναι σωστό να αλλάζουν σε κάθε γενιά το επώνυμό τους. Ο Γεώργιος το είπε αυτό στον πατέρα του ο οποίος του είπε ότι, τότε θα πρέπει να πάρει το επώνυμο Γρίβας, γιατί η οικογένειά τους είχε καταγωγή από τον ομώνυμο ήρωα της Ελληνικής Επανάστασης.

Οι Έλληνες της Κύπρου ως αναπόσπαστο κομμάτι του ευρύτερου ελληνικού έθνους, πολέμησαν για αιώνες, με κάθε δυνατό τρόπο ώστε να καταφέρουν να ενωθούν με τον εθνικό κορμό. Έδωσαν επίσης το παρών τους, όποτε χρειάστηκε, για την υπεράσπιση της μητέρας πατρίδας και την απελευθέρωση αλύτρωτων ελληνικών εδαφών.

Το συγκεκριμένο βιβλίο περιλαμβάνει σημαντικά και ενδιαφέροντα ιστορικά γεγονότα που αποδεικνύουν τους διαχρονικούς δεσμούς της Κύπρου με τη μητροπολιτική Ελλάδα και την προσφορά των Ελλήνων του νησιού στην εδραίωση του έθνους.


Δεν υπάρχουν σχόλια: