12 Απρ 2018

Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου: μια βαθιά τομή στη ψυχοσύνθεση των Σοβιετικών και των νέο-Ρώσσων


Η Λευκορωσίδα συγγραφέας – δημοσιογράφος Σβετλάνα Αλεξίεβιτς (Svetlana  Alexievich) - Νόμπελ Λογοτεχνίας 2015 - εξέδωσε το 2013 το βιβλίο «Время секонд хэнд» (σε ελεύθερη μετάφραση «Μεταχειρισμένος χρόνος»). 
Στην αγγλική μετάφραση το βιβλίο έχει πάρει τον τίτλο «Secondhand Time: The Last of the Soviets» ενώ στα ελληνικά έχει μεταφραστεί «Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου».

Ουσιαστικά πρόκειται για μια συλλογή μαρτυριών μέσα από τις οποίες καταγράφονται ιστορίες ατόμων έτσι όπως αυτά βίωσαν το κομμουνιστικό καθεστώς στην ΕΣΣΔ, την Περεστρίοκα του Γκορμπατσόφ και το πέρασμα στη νέα εποχή με τον διαμελισμό της Σοβιετικής Ένωσης. Ανάμεσα τους μπορεί κάποιος να διαβάσει ιστορίες έρωτα, απελπισίας και θανάτου αλλά και ιστορίες βίας και βάναυσης κρατικής καταστολής. Οι περισσότερες από τις ιστορίες του βιβλίου αναδύουν μια έντονη μυρωδιά βότκας!

Μέσα από το βιβλίο ο αναγνώστης μαθαίνει εκπληκτικές λεπτομέρειες για την καθημερινή ζωή των Σοβιετικών αλλά και των νέο-Ρώσσων και κάνει μια βαθιά βουτιά (χωρίς ανάσα) στην ψυχοσύνθεση τους:
«Κομμουνιστής είναι αυτός που διάβασε Μαρξ και αντικομμουνιστής αυτός που τον κατάλαβε» μας ενημερώνει κάποιος που μεγάλωσε στην ΕΣΣΔ.

Επί Σοβιετικής Ένωσης
Επί Σοβιετικής Ένωσης επικρατούσε ο τρόμος! Όλοι φοβόντουσαν όλους. Οι μισοί Σοβιετικοί δίωκαν τους άλλους μισούς. Ένα ανέκδοτο για τη νίκη των Σοβιετικών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο λέει: «- Γιατί οι Σοβιετικοί προχώρησαν και έφτασαν μέχρι το Βερολίνο; Επειδή φοβόντουσαν περισσότερο να επιστρέψουν πίσω». Όσοι έπεφταν αιχμάλωτοι στα χέρια των εχθρών, όταν απελευθερώνονταν αντιμετωπίζονταν σαν προδότες!

Ο Σοβόκ ήταν «θυμωμένος σαν σκυλί αλλά μουγκός σαν ψάρι». Οι Σοβιετικοί ένιωθαν καταπιεσμένοι αλλά θεωρούσαν τον δρόμο προς την ελευθερία δύσκολο, τραγικό «Γιατί να γνωρίσεις αυτό το διαβολικό κακό όταν κοστίζει τόσο ακριβά;»

Ο Λένιν έλεγε για τους διανοούμενους: «δεν είναι το μυαλό, είναι τα σκατά του έθνους».

«Καταχτήσαμε πρώτοι το διάστημα [αναφορά στον Γιούρι Γκαγκάριν – τον πρώτο αστροναύτη που ταξίδεψε στο διάστημα] και είχαμε τα καλύτερα τανκς αλλά δεν είχαμε σκόνη πλυσίματος και χαρτί τουαλέτας», μαρτυρεί ένας πρώην Σοβιετικός.

Μαρτυρία δήμιου αντιφρονούντων επί ΕΣΣΔ: «Το χειρότερο είναι να εκτελείς χαμογελαστούς ανθρώπους. Είτε τους έχει στρίψει, είτε σε περιφρονούν». Επίσης «όταν, λίγο πριν την εκτέλεση φωνάζουν σε άλλη γλώσσα δεν σε ενοχλεί τόσο, όταν όμως φωνάζουν στη γλώσσα σου, είναι τρομακτικό». Πολλοί δήμιοι και βασανιστές αυτοκτόνησαν όταν κατέρρευσε το Καθεστώς το οποίο υπηρετούσαν.
Οι υπηρετούντες σαν βασανιστές στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (στη Σιβηρία και αλλού) υπέγραφαν όρκο σιωπής, ότι δεν θα αποκαλύψουν τι συνέβαινε στα στρατόπεδα. Για τον ίδιο λόγο, οι περισσότεροι από αυτούς έπαιρναν μετάθεση για εκεί και δεν επέστρεφαν ποτέ πίσω. «Από τον πόλεμο είχες πιθανότητες να επιστρέψεις. Από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όχι».
«Δεν φταίνε οι δήμιοι, φταίει το σύστημα που τους επέβαλε να κρεμούν ανάποδα ανθρώπους και να τινάζουν μυαλά στον αέρα. Ούτε και ο Στάλιν έφταιγε. Έλεγε: “Το Κόμμα αποφασίζει”. Τα πράγματα λειτουργούσαν τέλεια όπως τη φύση. Το γρανάζι γυρίζει αλλά δεν υπάρχει ένοχος…».

«Μετά τον θάνατο του Στάλιν οι άνθρωποι άρχισαν να χαμογελούν, ενώ μέχρι τότε ζούσαν χωρίς χαμόγελο».

Οι εκκλησίες που μέχρι τότε ήταν κλειστές, άνοιξαν από τον Στάλιν κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου για να μπορεί ο λαός να προσεύχεται υπέρ των ρωσικών όπλων.

Στα ορφανοτροφεία που έπαιρναν τα παιδιά των αντιφρονούντων τους μάθαιναν πως «μητέρα σας είναι η πατρίδα, η βιολογική σας μητέρα είναι εχθρός του λαού».

Οι άνθρωποι πάντως επί ΕΣΣΔ διάβαζαν πολύ και είχαν τον πολιτισμό (θέατρο, μουσική κτλ) σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής τους. Ανάμεσα στα αναγνώσματά τους ήταν και κάποια απαγορευμένα από το Καθεστώς βιβλία τα οποία κυκλοφορούσαν κρυφά ανάμεσα στους αντιφρονούντες.

Μια χαρακτηριστική ιστορία για τα σοβιετικά γκουλάγκ*:
* (Γκουλάγκ στην πραγματικότητα ονομαζόταν η σοβιετική υπηρεσία που επόπτευε τα «στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στην πρώην Ε.Σ.Σ.Δ., όπου με συνοπτικές διαδικασίες εξορίζονταν και εξοντόνονταν οι αντιφρονούντες πολιτικοί κρατούμενοι, ύποπτοι κ.λπ. Στις μέρες μας ο όρος γκουλάγκ χρησιμοποιείται σε όλο τον κόσμο ως συνώνυμο της φυλάκισης υπό απάνθρωπες ή αμφιλεγόμενες συνθήκες).

Σε ένα κοινόβιο κάπου στην ΕΣΣΔ ζούσαν πέντε οικογένειες. Κάποια μέρα του 1937, μια μητέρα εκτοπίστηκε ξαφνικά στα γκουλάγκ – η ίδια αγνοούσε επί δεκαετίες γιατί. Είχε μια πεντάχρονη κόρη. Την ώρα που την έπαιρναν οι μυστικές υπηρεσίες, ζήτησε από τη γειτόνισσά της να αναλάβει το παιδί. Εκείνη όντως το έκανε, το μεγάλωσε σαν δικό της. Η εκτοπισθείσα επέζησε και επέστρεψε ύστερα από 17 χρόνια ξαναβρίσκοντας την κόρη της και ευχαριστώντας τη γειτόνισσα που μεγάλωσε το παιδί της. Κατά τη διάρκεια της περεστρόικα, όταν άνοιξαν οι φάκελοι των εγκλημάτων, αναζήτησε τους λόγους της εκτόπισής της. Όταν διάβασε τον δικό της φάκελο ανακάλυψε έκπληκτη ότι την είχε καταγγείλει η γειτόνισσά της, απλά για να πάρει το δωμάτιο της στο κοινόβιο. Γύρισε στο σπίτι της και κρεμάστηκε.

Οι αφηγήσεις από τις εκτοπίσεις στα γκουλάγκ, ιδίως την περίοδο της σταλινικής τρομοκρατίας του 1936-1938, ακολουθούν σχεδόν όλες το ίδιο νήμα: πρόκειται για καθημερινούς ανθρώπους, που βρέθηκαν – πολλές φορές - χωρίς κάποιο εμφανή λόγο εκτοπισμένοι για χρόνια στα φρικτά στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας της Σιβηρίας. Όσοι κατάφεραν από καθαρή τύχη να επιστρέψουν ζωντανοί, συνέχιζαν τη ζωή τους ψυχικά διαλυμένοι και ανίκανοι να ξαναπροσαρμοστούν στην κοινωνική πραγματικότητα.

Μετά Σοβιετικής Ένωσης - Οι Νεο-Ρώσοι
Μέσω της περεστρόικα που έφερνε ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο λαός ξεσηκώθηκε ζητώντας
ελευθερία. Ένα είδος αδιευκρίνιστης όμως ελευθερίας η οποία δεν γνώριζε πως ακριβώς ήταν, ούτε και ήταν έτοιμος να τη διαχειριστεί. Την πτώση του κομουνισμού ακολούθησε ένας άκρατος καπιταλισμός που βρήκε απροετοίμαστο τον λαό και σε επιφυλακή τους λίγους επιτηδείους που πλούτισαν απότομα.  Όταν έφυγαν οι Σοβιετικοί από την εξουσία, στο προσκήνιο ήρθαν η μαφία και οι τζογαδόροι… «Παλιότερα σκότωνε ο Στάλιν, τώρα οι λήσταρχοι».

Και σαν να μην έφτανε αυτό, το κενό που άφησε η σοβιετική εξουσία έφερε πολέμους ανάμεσα στις δημοκρατίες που αποτελούσαν τη ΕΣΣΔ, σφαγές και εθνοκαθάρσεις (πόλεμος Αρμενίας με Αζερμπαϊτζάν και πογκρόμ κατά Αρμενίων στο Νακόρνο Καραμπάχ, πόλεμος Ρωσίας - Τσετσενίας, Ρωσίας - Γεωργίας κτλ).

Την Κομμουνιστική ιδεολογία αντικατάστησε η Ορθοδοξία αφού πολλοί Ρώσοι στράφηκαν προς την Εκκλησία. «Άρχισαν πάλι οι άνθρωποι να πιστεύουν στον Θεό αφού δεν έχουν άλλη ελπίδα. Κι όμως κάποτε μαθαίναμε πως Θεός ήταν ο Λένιν. Κι ο Κάρλος Μαρξ Θεός ήταν!». Τώρα στη Ρωσία «άδειασαν τα μουσεία και γέμισαν οι εκκλησίες».
Αντίστοιχα, σε άλλες πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες του Καυκάσου κάποιοι στράφηκαν προς τον ακραίο ισλαμισμό.  

Σήμερα, τα κομμουνιστικά σύμβολα (τα οποία οι αντιφρονούντες και τα θύματα του Καθεστώτος συγκρίνουν με τα ναζιστικά) επανέρχονται σαν μόδα ανάμεσα στους νεαρούς. Παππούδες που διώχτηκαν σκληρά και άδικα για τις απόψεις τους, βλέπουν τα εγγόνια τους να κυκλοφορούν με σφυροδρέπανα και να νοσταλγούν τον Στάλιν.

Πολλοί Ρώσοι νιώθουν προδομένοι από την Περεστρόικα και τον Γκορμπατσόφ αφού η ελευθερία δεν ήταν όπως ακριβώς την περίμεναν. «Πριν, οι Ρώσοι ήταν χωρισμένοι σε αυτούς που έκαναν φυλακή και σε αυτούς που τους έστελναν στη φυλακή. Τώρα σε αυτούς που μπορούν να αγοράσουν και σε αυτούς που δεν μπορούν».
Σήμερα τα λεφτά κινούν τα πάντα. «Όπως έλεγε και ο καθηγητής της Φυσικής: Ακριβοί μου φοιτητές, τα λεφτά λύνουν τα πάντα. Ακόμα και τις διαφορικές εξισώσεις».

«Το παρελθόν είναι για τους μεν ένα κασόνι κρέας και ένα βαρέλι αίμα, για τους δε μια τρανή εποχή».

Με αφορμή τις φρικαλεότητες που ακολούθησαν τη διάσπαση της ΕΣΣΔ από τους Αζέρους ενάντια στους Αρμενίους μια Αρμένια, πρώην Σοβιετικός πολίτης δηλώνει: «Όλη μου τη ζωή πάλευα ενάντια στον κομμουνισμό. Τώρα πια όμως έχω αμφιβολίες: καλύτερα να μας κυβερνούσαν αυτές οι γριές μούμιες, να κρεμούσαν ο ένας στον άλλο Αστέρια Ανδρείας στα στήθη, να μην ταξιδεύαμε στο εξωτερικό, να μη διαβάζαμε απαγορευμένα βιβλία και να μην τρώγαμε πίτσα – την τροφή των θεών» [αλλά να μην ζούσαμε αυτά που ζήσαμε κατά τη διάρκεια του πολέμου με το Αζερμπαϊτζάν].

Ο Ρώσσος ενθουσιάζεται με τις νέες ιδέες. Κάποτε είχε ενθουσιαστεί με την ιδέα του κομμουνισμού και την εφάρμοσε με θρησκευτικό φανατισμό. Ύστερα κουράστηκε, απογοητεύτηκε και την αποτίναξε. Μέσα από ψευδαισθήσεις για ελευθερία ήρθε ο καπιταλισμός. Για μερικούς ζωή έγινε χίλιες φορές καλύτερη για άλλους όχι. «Σήμερα είναι καλύτερη η ζωή αλλά πιο αντιπαθητική».

Κάποιοι νεόπλουτοι επιδεικνύουν προκλητικά τα πλούτη τους την ίδια στιγμή που κάποιοι άλλοι αναπολούν την μεγάλη και τρανή σοβιετική πατρίδα. Τέλος, υπάρχουν και οι Ρώσοι σκίνχεντ που κυνηγούν τους αλλοδαπούς στο κέντρο της Μόσχας φωνάζοντας «Η Ρωσία στους Ρώσους».

Μέσα σε λίγα χρόνια οι Ρώσοι άλλαξαν ιδεολογία. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα μιας γιαγιάς που ήταν κομμουνίστρια μέχρι το μεδούλι και θαύμαζε τον Στάλιν. Η κόρη της αποκαλούσε τον Στάλιν κακούργο και δολοφόνο και υποστήριξε τον Γκορμπατσόφ και τις μεταρρυθμίσεις του ενώ την εγγονή δεν την απασχολεί καθόλου η πολιτική και την αφήνουν παγερά αδιάφορη, τόσο ο Στάλιν όσο και ο Γκορμπατσόφ.

Η γενιά της κουζίνας
Οι περισσότεροι Σοβιετικοί ζούσαν αρχικά σε κοινόβια σπίτια όπου κάθε οικογένεια είχε το δικό της δωμάτιο ενώ η κουζίνα (όπως και η τουαλέτα) ήταν κοινά. Μέσα σε αυτές τις κουζίνες οι άνθρωποι φοβόντουσαν να συζητήσουν ελεύθερα επειδή τους άκουγαν οι γύρω τους και πολύ εύκολα μπορούσε να διαρρεύσει αν έλεγαν κάτι εναντίον του καθεστώτος (ακόμη και με υπόνοια ότι είπαν κάτι που δεν έπρεπε αλλά πολύ συχνά και χωρίς να πουν, με συνοπτικές διαδικασίες άνθρωποι εξαφανίζονταν από τις αρχές αφού χαρακτηρίζονταν ως «εχθροί του λαού» - τέτοιες ιστορίες υπάρχουν πολλές μέσα στο βιβλίο). 
Τη δεκαετία του 50’ ο Νικίτα Χρουτσόφ, ξεκίνησε ένα τεράστιο οικοδομικό πρόγραμμα κτίζοντας πολυκατοικίες για το λαό στις οποίες υπήρχαν διαμερίσματα με δική τους κουζίνα. Η κουζίνα έγινε πλέον το κύριο δωμάτιο συναναστροφής των μελών της οικογένειας αλλά και της φιλοξενίας ξένων (λειτουργούσε και ως σαλόνι). Οι κατοικίες αυτές ονομάστηκαν «Χρουτσόφσκες». Σε αυτές τις κουζίνες λοιπόν υπήρχε πλέον ιδιωτικότητα και ο κόσμος μπορούσε να εκφραστεί πιο ελεύθερα ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας του και μακριά από ξένα αυτιά. Στις συζητήσεις που διεξάγονταν στις κουζίνες οι Σοβιετικοί μπορούσαν πλέον να αμφισβητήσουν την ορθότητα του Καθεστώτος αλλά και την αγιότητα του Στάλιν. Η αμφισβήτηση και οι αντικαθεστωτικές συζητήσεις, αλλά και το διάβασμα παράνομων βιβλίων – και πάλι μέσα στις κουζίνες- δεν επέφεραν άμεσα αποτελέσματα αλλά προετοίμασαν πολλούς για τις αλλαγές που θα ακολουθούσαν. Η γενιά που μεγάλωσε μέσα σε σπίτια με δικές τους κουζίνες ονομάστηκε ως η «γενιά της κουζίνας».

«Στις κουζίνες είχαμε ονειρευτεί, είχαμε επιθυμήσει μια νέα Ρωσία… Είκοσι χρόνια μετά δεν υπάρχει πουθενά… Επανάφεραν τον τσαρικό θυρεό και άφησαν τον σταλινικό ύμνο…».

Η νέα γενιά πάντως, κρίνοντας τα πιο πάνω αναφέρει (μέσω της μαρτυρίας μιας νεαρής Ρωσίδας) τις σύγχρονες μεθόδους αντίδρασης: «Εγώ γεννήθηκα μετά την ΕΣΣΔ. Αν κάτι μου αρέσει, βγαίνω στον δρόμο και διαμαρτύρομαι και δεν πολυλογώ γι’ αυτό στην κουζίνα πριν πάω για ύπνο».

Οι βίλλες στην Κύπρο
Στο βιβλίο γίνεται αναφορά σε διάφορες περιπτώσεις για τον αθέμιτο πλουτισμό κάποιων μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και την απόκτηση από αυτούς εξοχικών κατοικιών στην Κύπρο.
Επί Καθεστώτος οι υψηλά ιστάμενοι στο Κόμμα είχαν πολυτελής «ντάτσες» (εξοχικά) ενώ τώρα οι νεόπλουτοι Ρώσοι έχουν εξοχικά στο εξωτερικό (και η Κύπρος είναι ένας από τους δημοφιλέστερους για αυτούς προορισμός).


Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Σπάνια η ιστορία µιλάει µε τόσες συνταρακτικές φωνές συγχρόνως: Στο "Τέλος του κόκκινου ανθρώπου", το τελευταίο της µυθιστόρηµα-χρονικό, η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς απεικονίζει µέσα από τις µαρτυρίες δεκάδων ανθρώπων τη µετάβαση από την "αυτοκρατορία" της ΕΣΣΔ στη σηµερινή καπιταλιστική Ρωσία. Λαµπρές πορείες δίπλα σε τραγικά πεπρωµένα, έρωτες αλλά και θάνατοι, ενθουσιασµός και πικρία - η ανθρώπινη µοίρα σε αυτό το βιβλίο δεν είναι κάτι αόριστο: Οι καταιγιστικές εξελίξεις που ακολούθησαν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης αποτυπώνονται στις ζωές µεµονωµένων ανθρώπων, που µε αυθεντικούς, ειλικρινείς απολογισµούς-εξοµολογήσεις µάς θυµίζουν τι πραγµατικά µπορεί να σηµαίνει "ενδιαφέρουσα" πολιτική εξέλιξη για τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Είκοσι χρόνια ιστορίας, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 έως το 2012, στις ενθυµήσεις γυναικών και ανδρών όλων των ηλικιών και των πολιτικών αποχρώσεων δεν αφήνουν περιθώρια στον αναγνώστη να κλίνει προς τον έναν ή τον άλλον: Το πεπρωµένο του καθενός απ’ αυτούς υποβάλλει δέος και σεβασµό.

Alexievich, Svetlana. Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου / Σβετλάνα Αλεξίεβιτς · μετάφραση Αλεξάνδρα Δ. Ιωαννίδου. - 1η έκδ. - Αθήνα : Εκδόσεις Πατάκη, 2016. - 682σ.


*Η Σουηδική Ακαδημία τίμησε τη Σβετλάνα Αλεξίεβιτς με το βραβείο Νόμπελ το 2015 «για την πολυφωνική της γραφή».


1 σχόλιο:

Haris Iasonas είπε...

Δεν υπαρχει "ακρατος καπιταλισμος" υπο συνθηκες παρεοκρατειας. Ο καπιταλισμός δεν είναι σύστημα ειναι η απουσία συστηματος. Οταν εχεις πρωην πρακτορες της KGB για προεδρους οι οποιοι κοιτουν να ευνοΐσουν τους κολλητους και φιλους τους, δεν μιλας για καπιταλισμό αλλά για περεοκρατεία...